Η χρυσή κλωστή της ιστορίας που ενώνει τον Αλέξανδρο με τον Ελληνισμό θρέφει για αιώνες, σαν ομφάλιος λώρος, τις ελπίδες και τους πόθους των νεότερων Ελλήνων.
Μετά την άλωση του Βυζαντίου από τους Οθωμανούς, ακολουθούν οι αιώνες της οθωμανικής κατάκτησης. Ο Αλέξανδρος είναι η μόνη ιστορική προσωπικότητα της αρχαιότητας που διατηρείται τόσο ζωντανή στη γραπτή και προφορική λαϊκή παράδοση, νικώντας ακόμη και τον τρωικό του ήρωα Αχιλλέα: η «Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου», η συνέχεια του ελληνικού, βυζαντινού Μυθιστορήματος του Αλέξανδρου, θα γίνει το πιο αγαπητό λαϊκό ανάγνωσμα των Ελλήνων μέχρι την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους (1830), περισσότερο από τον Αίσωπο και τον Ερωτόκριτο. Στη διάρκεια της μακραίωνης οθωμανικής κατάκτησης και ενώ η Δύση της Αναγέννησης ανακαλύπτει ξανά τον ιστορικό Αλέξανδρο, στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα ο Αλέξανδρος συνεχίζει να ζει στη σκιά του μύθου. Οι θρυλικές ιστορίες του χριστιανού Μεγαλέξανδρου εναντίον των αρχαίων Περσών και η επικράτησή του στην Ανατολή της αρχαιότητας κάνουν ένα χρονικό άλμα στο παρόν και ο Μεγαλέξανδρος μεταμορφώνεται υποσυνείδητα σε εθνικό απελευθερωτή από τους Τούρκους και απόλυτο σύμβολο αντίστασης.
Οι Έλληνες λόγιοι του ελληνικού Διαφωτισμού θα χρησιμοποιήσουν την προσωπικότητα του Αλέξανδρου για την πνευματική αφύπνιση του έθνους και τη διαμόρφωση της ιστορικής και εθνικής συνείδησης των Ελλήνων, που συνδέεται με το λαμπρό αρχαίο παρελθόν. Η Χάρτα και κυρίως το μονόφυλλο του Ρήγα Φεραίου με τη μορφή του Αλέξανδρου που τυπώνει στη Βιέννη (1797) «χάριν των Ελλήνων και Φιλελλήνων» εκφράζει τους πολιτικούς στόχους της εθνικής χειραφέτησης, που θα εκδηλωθούν με ορμή στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Η δημοτικότητα του Αλέξανδρου παραμένει αμείωτη τόσο στις ιστοριογραφίες, στα χρονογραφήματα και στα ιστορικά εγχειρίδια, όσο και στη λαϊκή προφορική παράδοση και τέχνη, που ακολουθεί τις περιπέτειες της Φυλλάδας. Καταγράφονται εκατοντάδες παραμύθια, τραγούδια και δοξασίες για τον Μεγαλέξανδρο σε κάθε γωνιά του ελλαδικού χώρου[15], ενώ η πιο αγαπητή διδακτική ψυχαγωγία των Ελλήνων θα παραμείνει ο Μεγαλέξανδρος ήρωας στο θέατρο σκιών του Καραγκιόζη: στο έργο «ο Μεγαλέξανδρος και ο καταραμένος όφις», όπου – όχι άδικα για τη λαϊκή φαντασία- η ιστορία του Μεγαλέξανδρου συμπλέκεται με τη Δρακοκτονία του Αγίου Γεωργίου.
Ο Αλέξανδρος συνεχίζει να σηκώνει τη σημαία των εθνικών και απελευθερωτικών αγώνων (Μακεδονικός Αγώνας, Μεγάλη Ιδέα) έως τη σταθεροποίηση των συνόρων του ελληνικού κράτους. Η κυκλοφορία της Φυλλάδας από τότε αρχίζει να φθίνει, αλλά ο Αλέξανδρος εισχωρεί στην ελληνική τέχνη που αναζητά την ταυτότητα της νέας Ελλάδας – εκεί, όπου καλλιτέχνες και λογοτέχνες αναζητούν την ελληνικότητα, μέσα από παραδοσιακούς, βυζαντινούς και σύγχρονους καλλιτεχνικούς δρόμους.
Το νέο Ελληνικό κράτος διατηρεί τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως ένα πολύτιμο εθνικό σύμβολο. Η αστικοποίηση, όμως, του πληθυσμού της σύγχρονης Ελλάδας δημιουργεί μία απόσταση των νεοελλήνων από τη μορφή του Μεγαλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος θα «ξυπνήσει» ξανά το 1977, αυτή τη φορά μέσω του πατέρα του, όταν ο αρχαιολόγος καθηγητής Μανόλης Ανδρόνικος φέρνει στο φως τον τάφο του Φιλίππου Β’ στη βασιλική μητρόπολη των Αιγών.
Εκεί κοντά στην πατρογονική γη του Μεγαλέξανδρου, στα χωριά του Ρουμλουκιού του νομού Ημαθίας, η τοπική παράδοση διέσωσε τη βιωματική της ιστορία με τον Μεγαλέξανδρο μέχρι και τα μέσα του 20ου αι. Οι γυναίκες του Ρουμλουκιού συνέχισαν περήφανες να δένουν με ιεροτελεστία τον παραδοσιακό κεφαλόδεσμο (κατσούλι) [28,29]εις ανάμνηση της περικεφαλαίας, που ο ίδιος ο Αλέξανδρος επέτρεψε να φορούν ως εύσημο ανδρείας οι γυναίκες πρόγονοί τους.