Αιγές, η πρώτη πόλη των Μακεδόνων
Το βασίλειο μετά τον Αρχέλαο Α’
Αμύντας Γ'
Ευρυδίκη
Περδίκκας Γ΄
Η Ελλάδα στο πρώτο μισό του 4ου προχριστιανικού αιώνα
Ο Φίλιππος - Τα γεγονότα
Το κράτος του του Φιλίππου Β΄ - Η επέκταση
Η αναδιοργάνωση του στρατού
Η αναδιοργάνωση του Μακεδονικού βασιλείου
Η Οικονομία στα χρόνια του Φιλίππου
Φίλιππος Κτίστης
Το ανάκτορο των Αιγών
Τεχνολογικά επιτεύγματα
Ο Πλάτων και οι Μακεδόνες
Ο Φίλιππος και οι τέχνες
Η θρησκεία των επιλέκτων
Ο Φίλιππος και οι Θεοί
Το Φιλιππείο
Ο Φίλιππος και οι πόλεις
Δημοσθένης
Ο Φίλιππος και οι Μακεδόνες
Πέρσες, ο μεγάλος αντίπαλος
Το πανελλήνιο ιδεώδες - Ισοκράτης
Ο προσωπικός μύθος του Φιλίππου και το τέλος του
Η μνήμη του Φιλίππου

Πέρσες, ο μεγάλος αντίπαλος

Πέρσες, ο μεγάλος αντίπαλος

Τον 4ο αι. π.Χ. όλη η Ελλάδα –πλην Λακεδαιμονίων- ονειρευόταν εκδίκηση, έναν «πόλεμο αντιποίνων» εναντίον των Περσών, των αιώνιων εχθρών, των βαρβάρων, που δε σεβάστηκαν τα ελληνικά ιερά και τα κατέστρεψαν και κατέστησαν τις πόλεις της Μ. Ασίας φόρου υποτελείς στο Μεγάλο Βασιλιά. Ήδη κατά τη διάρκεια του 5ου αι. οι Έλληνες των κρατών-πόλεων του κυρίως ελλαδικού χώρου είχαν ζήσει συγκρούσεις, πολλές ταπεινώσεις, αλλά και λαμπρές νίκες στη θάλασσα και την ξηρά, σε μια κοινή, εθνική προσπάθεια να αντισταθούν στον περσικό επεκτατισμό. Η πρώτη φάση των περσικών επιχειρήσεων έληξε άδοξα με την αθηναϊκή νίκη στη μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.) και η δεύτερη φάση με τις πανελλήνιες νίκες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) και στη μάχη των Πλαταιών (479 π.Χ.). Παράλληλα, την ίδια εποχή ο Ελληνισμός της Δύσης κατήγαγε μεγάλη νίκη εναντίον των συμμάχων των Περσών, Καρχηδονίων, στη μάχη της Ιμέρας στη Σικελία (480 π.Χ.).

Στη Βόρεια Ελλάδα η Μακεδονία βρισκόταν ήδη από το 510 π.Χ. υπό περσική κατοχή αλλά, επωφελούμενη από την περσική ήττα, επεκτεινόταν διαρκώς τόσο προς τα Στενά του Ελλησπόντου όσο και προς την κεντρική Ελλάδα, ιδίως όταν στο θρόνο ανήλθε δυναμικά ο Φίλιππος Β΄. Στο πρόσωπό του και με κυριότερο υποστηρικτή του από τη νότια Ελλάδα τον Ισοκράτη, είδαν οι υπόλοιποι Έλληνες τον εκφραστή της πανελλήνιας ιδέας περί ανεξαρτησίας των ελληνικών πόλεων και αποκατάστασης της ηθικής τάξης. Η προετοιμασία για την εκστρατεία κατά των Περσών έχει ήδη ξεκινήσει αλλά η ξαφνική δολοφονία του αναδεικνύει τον γιο του Αλέξανδρο, συνεχιστή αυτής της επιχείρησης, που τελικά την υλοποιεί το 334 π.Χ. Ποιος είναι όμως αυτός ο Πέρσης αντίπαλος, που ο Ισοκράτης χαρακτηρίζει ως κληρονομικό εχθρό;

Η εντύπωση των Ελλήνων για τον πανίσχυρο γείτονα -κάποτε εχθρό και κάποτε σύμμαχο- από την Ανατολή είναι σύνθετη: συνυπάρχουν η περιέργεια, η αντιπαλότητα, το ενδιαφέρον ή ακόμη κι ο θαυμασμός. Αυτό παρατηρείται στα κείμενα αρκετών αρχαίων συγγραφέων που έδωσαν μια σχετικά αντικειμενική εικόνα της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών: στην Ιστορία του Ηροδότου, στην Κύρου Ανάβαση του Ξενοφώντα ή στην Κύρου Παιδεία του ίδιου συγγραφέα. Άλλωστε από τα κείμενα αυτά προέρχεται και το μεγαλύτερο ίσως τμήμα των γνώσεών μας για τους Αχαιμενίδες και Περσικό κράτος. Οι ίδιοι οι Πέρσες δεν άφησαν “αφηγηματική Ιστορία”, μόνο επιγραφές στις οποίες οι Μεγάλοι Βασιλείς προβαίνουν σε διακηρύξεις αρχών, εξασκώντας ταυτόχρονα προπαγάνδα.

Η δυναστεία των Αχαιμενιδών ιδρύθηκε από τον Αχαιμένα, έναν Πέρση ηγέτη του 700 π.Χ. Ο γιος του ο Θιέσπης οδήγησε τους νομάδες Πέρσες να εγκατασταθούν στο νότιο Ιράν γύρω στο 650 π.Χ. και συγκρότησε το πρώτο οργανωμένο περσικό κράτος. Ο Κύρος ο Μέγας δημιούργησε τη μεγάλη περσική αυτοκρατορία προσθέτοντας τη Μηδεία στο Περσικό κράτος στα 550 π.Χ., ενώ στη συνέχεια προχώρησε σε νέες προσαρτήσεις εδαφών. Αρχικά κατακτήθηκε η Λυδία, και το 539 π.Χ. μπήκε θριαμβευτής στη Βαβυλώνα. Ο Χάρτης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κύρου αποτελεί την πρώτη διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και απόδειξη του μεγέθους του ως προσωπικότητα. Ο Κύρος σκοτώθηκε σε μάχη με τους Μασσαγέτες στην προσπάθειά του να τους τιμωρήσει επειδή αρνήθηκαν να υποταχθούν.

Ο γιος του Κύρου, Καμβύσης Β΄, πρόσθεσε την Αίγυπτο στην Περσική Αυτοκρατορία. Η Αυτοκρατορία έφτασε στο απόγειό της με τον Δαρείο Α΄, ο οποίος κατέλαβε την κοιλάδα του Ινδού ποταμού και τη Θράκη και πέρασε το Δούναβη καταδιώκοντας για αρκετό καιρό τους Σκύθες, χωρίς όμως σημαντικά αποτελέσματα. Η εισβολή του στην Ελλάδα ανακόπηκε στη Μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. Ο γιος του Ξέρξης Α΄ επανέλαβε την προσπάθεια, αλλά ηττήθηκε στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. και αποκρούστηκε οριστικά στη Μάχη των Πλαταιών το επόμενο έτος.

Η Περσική Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών ήταν η μεγαλύτερη και ισχυρότερη ως εκείνη την εποχή, καλά διοικούμενη και οργανωμένη. Ο Δαρείος διαίρεσε το βασίλειό του σε περίπου είκοσι σατραπείες, με πολλούς από τους σατράπες επαρχιακούς διοικητές να έχουν προσωπικές σχέσεις με το Μεγάλο Βασιλέα. Οι σατράπες εξασφάλιζαν την τάξη διαθέτοντας τακτικό στρατό, οχυρά και φρουρές, συγκέντρωναν φόρους, που προορίζονταν για τα βασιλικά θησαυροφυλάκια, όπου ο Αλέξανδρος υπολογίζεται ότι βρήκε αποθηκευμένα πάνω από 4.500 χιλιάδες τόνους χρυσού και αργύρου.

Η αχαιμενιδική επικράτεια περιελάμβανε πλήθος λαών, που εξακολουθούσαν να μιλούν τη δική τους γλώσσα και να χρησιμοποιούν τη δική τους γραφή, λ.χ. οι Αιγύπτιοι την αιγυπτιακή γλώσσα και τα ιερογλυφικά ή τη δημοτική γραφή, στη Βαβυλωνία τη σφηνοειδή γραφή, ενώ στις ελληνικές μικρασιατικές πόλεις την ελληνική. Ωστόσο, η αραμαϊκή γλώσσα αποτέλεσε την επίσημη γλώσσα του κράτους και της αλληλογραφίας.

Εγκαθίδρυσε σύστημα υποχρεωτικής εισφοράς από τις σατραπείες, υιοθέτησε το ανεπτυγμένο ταχυδρομικό σύστημα των Ασσυρίων και το επέκτεινε. Μετέφερε την πρωτεύουσα στα Σούσα, στο κέντρο της αυτοκρατορίας. Οι Πέρσες επέτρεψαν τους διάφορους υποτελείς πολιτισμούς να διατηρηθούν, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κύρου, με αποτέλεσμα να μειωθεί σημαντικά ο κίνδυνος εξεγέρσεων.

Στην πραγματικότητα ο Μεγάλος Βασιλιάς συμβολίζει και κρατά την ενότητα του κράτους γύρω από το πρόσωπό του, ως επίγειος εκπρόσωπος του μεγάλου θεού Αχούρα Μάζντα. Τριάντα χρόνια μετά τις κατακτήσεις, ο Δαρείος το 522-521 π.Χ. θα καταπνίξει πολλές εξεγέρσεις. Τα κατορθώματα του Δαρείου απεικονίζονται λαξευμένα στους βράχους στη θέση Behistun, στο δρόμο από τη Βαβυλώνα στα Εκβάτανα, όπου ο Δαρείος απεικονίζεται να πατά τον κύριο αντίπαλό του, ενώ άλλοι βασιλείς στέκονται μπροστά του αλυσοδεμένοι και με το σκοινί στο λαιμό και πάνω απ’ όλους δεσπόζει η εικόνα του μεγάλου θεού Αχούρα Μάζντα.

Ο βασιλιάς διέθετε βασιλική φρουρά από τοξότες, οι λεγόμενοι Αθάνατοι, γιατί κατά τον Ηρόδοτο όταν ένας έπεφτε στη μάχη, ένας άλλος του ίδιου αναστήματος τον αντικαθιστούσε αμέσως. Επιβλητικοί, με χρυσοποίκιλτους χειριδωτούς χιτώνες που έφεραν πολύτιμους λίθους, ήταν οπλισμένοι με μακρύ δόρυ και φαρέτρα στην πλάτη.

Τα Σούσα είναι για τους Έλληνες η πραγματική πρωτεύουσα των Αχαιμενιδών. Ο Ηρόδοτος θεωρούσε τα Σούσα ως το τέρμα της βασιλικής οδού που έρχεται από τις Σάρδεις. Ο Δαρείος Α΄ το 520 π.Χ. έκτισε εκεί ένα ανάκτορο, το οποίο διακοσμήθηκε από Βαβυλώνιους καλλιτέχνες, σύμφωνα με το πνεύμα της Ασσυριακής γλυπτικής. Χαρακτηριστικές είναι οι φτερωτές Σφίγγες-δαίμονες που κοσμούσαν τους εξωτερικούς τοίχους του ανακτόρου. Κτισμένα σ' ένα γεωγραφικό σημείο ύψιστης στρατηγικής σημασίας για την αυτοκρατορία του, τα Σούσα ήταν ένα σταυροδρόμι όπου δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι -ο ιρανικός και ο σημιτικός- όχι μόνο έσμιγαν, αλλά ήταν υποχρεωμένοι να συνυπάρχουν και να συμβιώνουν κάτω από την ίδια πολιτική και διοικητική οντότητα.

Η Περσέπολη, χτισμένη επίσης από το Δαρείο Α΄ και εξωραϊσμένη από όλους τους διαδόχους του, αποτελούσε τον τόπο επίσημων τελετών και το χώρο εορτασμού για την έλευση του νέου περσικού έτους. Ως τοποθεσία για την ανοικοδόμησή της επιλέχτηκε η πεδινή περιοχή ΜαρβΝταστ, στους πρόποδες του όρους Κουχ-Ι-Ραχμάτ, 450 χλμ. νοτιοανατολικά από την πρωτεύουσα Σούσα (και αντίστοιχα, 650 χλμ. νοτιοανατολικά από τη σημερινή πρωτεύουσα Τεχεράνη). Η πόλη οικοδομήθηκε σε ύψωμα που δεσπόζει σε μια απέραντη εύφορη πεδιάδα. Για την οικοδόμηση των ανακτόρων χρησιμοποιήθηκαν τα καλύτερα υλικά, που μεταφέρθηκαν από τα πέρατα της αυτοκρατορίας (κέδρο από τον Λίβανο, ασήμι και έβενο από την Αίγυπτο, χρυσό από τις Σάρδεις και τη Βακτριανή, πολύτιμοι λίθοι από τη Σογδιανή και ελεφαντόδοντο από την Αιθιοπία), ενώ για την κατασκευή της Περσέπολης επιστρατεύτηκαν οι καλύτεροι αρχιτέκτονες και τεχνίτες της αυτοκρατορίας.

Η Πύλη των Εθνών (κοσμείται από δύο φτερωτά ανθρωπόμορφα αγάλματα με σώμα ταύρου και βασιλικές κορόνες στο κεφάλι), το Πρόπυλο, η Αίθουσα των Ακροάσεων του Θρόνου - Απαντάνα (το αρχαιότερο και επιβλητικότερο οικοδόμημα της Περσέπολης, χωρητικότητας 10.000 ατόμων), το Παλάτι του Ξέρξη και του Δαρείου, το Θησαυροφυλάκιο και το Παλάτι των Εκατό Κιόνων (ήταν μια τεράστια αίθουσα υποδοχής και συγκέντρωσης αξιωματούχων, η στέγη της οποίας στηριζόταν πάνω σε εκατό κίονες των δέκα σειρών) είναι τα σημαντικότερα μνημεία που αντιστάθηκαν στον χρόνο και εξακολουθούν να ορθώνονται στον εκτεταμένο αρχαιολογικό χώρο της Περσέπολης. Στις πέτρινες κλίμακες εισόδου απεικονίζονται υποβλητικές πομπές αντιπροσώπων και υπηκόων που φέρνουν στον Μέγα Βασιλέα πλήθος δώρων (αντιπροσωπευτικά του τόπου καταγωγής τους) από όλα τα έθνη και τις σατραπείες της αυτοκρατορίας –η ανάγλυφη ανθρώπινη πομπή ονομάζεται «Η Παρέλαση των Εθνών». Σημείο αναφοράς αποτελούν όμως και οι ανάγλυφες παραστάσεις των «Αθανάτων», των προσωπικών φρουρών του Μεγάλου Βασιλέα. Το σώμα των «Αθανάτων» απαρτιζόταν από τους καλύτερους πολεμιστές της περσικής αυτοκρατορίας –ήταν συνήθως πρίγκιπες και ευγενείς, που μάθαιναν από μικρή ηλικία να «τραβούν το τόξο και να λένε την αλήθεια».

Σε κοντινή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο της Περσέπολης, στην περιοχή Νακς-ε-Ροστάμ, βρίσκονται οι τάφοι των Βασιλέων. Πρόκειται για τέσσερα τεράστια νεκρικά μνημεία σε σχήμα σταυρού, λαξευμένα σε μια κάθετη βραχώδη πλαγιά, και τα οποία αποτελούν μέρος ενός ιδιαίτερα υποβλητικού και απόκοσμου τοπίου. Οι τέσσερις τάφοι που δεσπόζουν στον χώρο ανήκουν στον Δαρείο Α΄, τον Ξέρξη, τον Αρταξέρξη και τον Δαρείο Β΄. Εντυπωσιακές είναι επίσης οι ανάγλυφες παραστάσεις που υπάρχουν στο κάτω μέρος των ταφικών μνημείων, με σκηνές από τη ζωή των Σασσανιδών Βασιλέων. Απέναντι από τους τάφους υπάρχει ένα καλοδιατηρημένο κτίσμα τετραγωνικού ρυθμού, που εικάζεται ότι πρόκειται για ζωροαστρικό ναό.

Οι Πασαργάδες αποτελούσαν την παλαιότερη πρωτεύουσα των Αχαιμενιδων και οικοδομήθηκαν από τον Κύρο, μετά την νίκη του επί των Μήδων. Εκεί βρίσκεται και ο τάφος του. Αποτελούσε την τελετουργική πρωτεύουσα του περσικού κράτους, όπου γινόταν η τελετή ενθρόνισης των βασιλιάδων.

Πολλοί Έλληνες έζησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα υπό την κυριαρχία ή την επικυριαρχία των Αχαιμενιδών: οι Ίωνες των μικρασιατικών παραλίων, οι Αιολείς της βορειοδυτικής Μικράς Ασίας, οι Δωριείς της Καρίας κ.λπ. Πολλοί Έλληνες, επομένως, είχαν διαρκείς επαφές και σχέσεις, αρμονικές ή ταραχώδεις, ανάλογα με την περίοδο και την περιοχή, με την αχαιμενιδική διοίκηση. Έλληνες είχαν αναλάβει μεγάλο μέρος των εμπορικών δραστηριοτήτων εντός και εκτός της αυτοκρατορίας και βεβαίως οι Αχαιμενίδες ενθάρρυναν τη δράση αυτή μια και αύξανε σημαντικά τα έσοδά τους από φόρους.

ΑΡΧΗ