Μετά την Ισσό, ο Αλέξανδρος κατευθύνεται προς την Φοινίκη που σκοπεύει να κατακτήσει πάση θυσία, για να πάρει από τα χέρια των Περσών το ισχυρό ναυτικό των Φοινίκων που αλωνίζει στο Αιγαίο και να εξασφαλίσει τα νώτα του, προτού στραφεί προς την Βαβυλώνα.
Ο τοπικός βασιλιάς Στράτων συναντά πρώτος τον Αλέξανδρο, τον στεφανώνει με χρυσό στεφάνι και του παραχωρεί τη νήσο Άραδο και όλες τις δικές του πόλεις.
Στο μεταξύ ο Παρμενίων με ένα τμήμα του στρατού καταλαμβάνει την Δαμασκό με αποστολή να σιγουρέψει τον θησαυρό του Δαρείου που φυλαγόταν εκεί. Ανάμεσα στα άλλα βρίσκει 2.400 τάλαντα ασημένια νομίσματα και 500 λίβρες άκοπο ασήμι, που θα εξασφαλίσουν με άνεση την χρηματοδότηση της συνέχειας των επιχειρήσεων.
Στην πόλη Μάραθο, ο Αλέξανδρος δέχεται πρέσβεις με τις προτάσεις του Πέρση βασιλιά.
Ο Δαρείος ζητά ειρήνη.
Ο Αλέξανδρος του απαντά ως ηγεμόνας των Ελλήνων.
Είναι αυτός που ήρθε για να απαντήσει στην αδικία που έκαναν παλιά οι Πέρσες, εισβάλλοντας στην Μακεδονία και στην Ελλάδααλλά είναι και ο γιος του Φιλίππου που ήρθε για να τιμωρήσει τον ίδιο τον Δαρείο για την συμμετοχή του στην συνωμοσία που οδήγησε στη δολοφονία του πατέρα του.
Χρησιμοποιεί όμως και το επιχείρημα της παράνομης αναρρίχησης του αντιπάλου του στον περσικό θρόνο.
Και καταλήγει: «Αφού νίκησα στη μάχη πρώτα τους στρατηγούς και τους σατράπες σου και μετά και σένα τον ίδιο και κατέχω την χώρα που μου την έδωσαν οι θεοί, όσους από τους δικούς σου δεν σκοτώθηκαν και κατέφυγαν σε μένα τους φροντίζω και δεν είναι μαζί μου με το ζόρι, αλλά εκστρατεύουν με την θέλησή τους στο πλευρό μου…».
Η επιστολή κλείνει με την πρόσκληση- πρόκληση: «Αν ακόμη αξιώνεις την βασιλεία, μη φεύγεις αλλά μείνε και αγωνίσου για αυτήν» (Αρρ. Α. ΙΙ,14,4-5)
Ο Μακεδόνας δηλώνει έτσι ότι είναι πια ο νόμιμος βασιλεύς της Ασίας.
Η αντιπαράθεση είναι πια προσωπική υπόθεση μεταξύ των δυο ανδρών και όχι διαμάχη μεταξύ εθνών και λαών.
Και, σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα της μακεδονικής βασιλείας, ο Αλέξανδρος αναλαμβάνει την προστασία και των νέων υπηκόων του που δεν χαρακτηρίζονται πια βάρβαροι.
Πριν φύγει από την Μάραθο, ο Αλέξανδρος αποφασίζει με επιείκεια και φιλανθρωπία για την τύχη των Ελλήνων που πήγαν πρέσβεις φιλίας στον Δαρείο πριν την μάχη της Ισσού.
Πρώην αντίπαλοι γίνονται φίλοι, η Βύβλος της Φοινίκης συμμαχεί με τους Μακεδόνες, το ίδιο και η Σιδώνα.
Εδώ ο βασιλιάς ορίζει ως νέο ηγεμόνα τον Αβδαλώνυμο, άνθρωπο από βασιλική γενιά που ήταν ωστόσο πάμπτωχος και ζούσε αδιαμαρτύρητα σαν γεωργός.
Στην ερώτησή του Αλέξανδρου πώς αντέχει την φτώχια, εκείνος απαντά πως την δυστυχία δεν την προξενεί η φτώχια, αλλά η απληστία και κερδίζει έτσι την εκτίμηση και την φιλία του.
Η Τύρος με τα ψηλά της τείχη, μία πόλη ισχυρή, από τις σπουδαιότερες της Φοινίκης, χτισμένη σε νησί 700 μέτρα από την ακτή, με δύο λιμάνια , μεγάλο στόλο, πολλούς πολεμιστές και εξελιγμένα πολεμικά μηχανήματα αποφασίζει να αντισταθεί.
Ο Αλέξανδρος αποφασίζει να της επιτεθεί.
Για να την προσεγγίσει με ασφάλεια, διατάζει την κατασκευή μίας τεχνητής χερσονήσου που θα ενώσει το νησί με την ακτή, ένα έργο εξαιρετικά δύσκολο από κάθε άποψη, αφού μόλις οι πολιορκούμενοι βλέπουν πως η πρόσχωση προχώρησε αρκετά, επιτίθενται με καταπέλτες και τόξα εναντίον των εργατών και των πλοίων που συμμετέχουν στην επίχωση.
Ο Αλέξανδρος δεν παραιτείται και διατάζει να κατασκευαστούν δύο κινητοί ξύλινοι πύργοι, δύο πρωτοφανή πολιορκητικά μηχανήματα με 53 μέτρα ύψος, 20 ορόφους, δερμάτινα παραπετάσματα, και ισχυρούς καταπέλτες. Τελικά όμως οι πολιορκούμενοι καταφέρνουν να τους κάψουν.
Οι πολιορκητές διαπλατύνουν το ανάχωμα και ενδυναμώνουν τον στόλο που με ενισχύσεις από τις πόλεις της Φοινίκης, της Κύπρου και της Ρόδου φτάνει πια τα 224 πλοία.
Για να εξασφαλίσει ξυλεία για νέα πλοία και πολιορκητικές μηχανές ο Αλέξανδρος προχωρά σε μια σύντομη νικηφόρα εκστρατεία στον Αντιλίβανο, επιστρέφει στη Σιδώνα και αποκλείει και τα δύο λιμάνια της Τύρου για να εμποδίσει τον ανεφοδιασμό των πολιορκούμενων.
Οι Τύριοι απαντούν, κατασκευάζοντας αμυντικούς ξύλινους πύργους κοντά στα τείχη και ρίχνουν μεγάλες πέτρες στη θάλασσα για να εμποδίσουν τα εχθρικά πλοία.
Ό,τι ακολουθεί μοιάζει με έναν ιδιότυπο θαλασσινό κλεφτοπόλεμο: Ο Αλέξανδρος διατάζει τα πλοία να ανασύρουν τις πέτρες, ενώ οι Τύριοι κολυμβητές προχωρούν σε δολιοφθορές, κόβοντας τα σκοινιά που δένουν τις άγκυρες των πλοίων που αρχίζουν να παραπαίουν. Για να τα σταθεροποιήσουν οι Έλληνες αναγκάζονται να αντικαταστήσουν τα σκοινιά με σιδερένιες αλυσίδες.
Οι Τύριοι βυθίζουν πολλά κυπριακά πλοία, αλλά ο Αλέξανδρος αντιδρά άμεσα και αιφνιδιαστικά: φοινικικά πλοία αποκλείουν τον Αιγύπτιο λιμένα και άλλα με επικεφαλής τον ίδιο επιτίθενται και καταστρέφουν μεγάλο τμήμα του εχθρικού στόλου.
Μετά από δυο άκαρπες προσπάθειες, στην τρίτη επίθεση στην βορειοανατολική πλευρά του τείχους, οι Μακεδόνες επικρατούν, γκρεμίζουν ένα μέρος των τειχών και τοποθετούν γέφυρες για να προχωρήσουν οι υπασπιστές.
Η πόλη βάλλεται από παντού, ο Αλέξανδρος κυριεύει τους πύργους και προχωρά στα βασιλικά ανάκτορα.
Τον Αύγουστο του 332π.Χ. ύστερα από επτάμηνη πολιορκία η Τύρος πέφτει. Η τιμωρία είναι παραδειγματική.
Εκτός από εκείνους που είχαν καταφύγει στο ναό του Ηρακλή, οι κάτοικοί αιχμαλωτίζονται και πουλιούνται σκλάβοι.
Ο Αλέξανδρος θυσιάζει στο ναό του Μελκαρθ που οι Έλληνες ταυτίζουν με τον Ηρακλή, τον θεϊκό πρόγονό του, και η κατάληψη της Τύρου ολοκληρώνεται με λαμπαδοφορία και αγώνες προς τιμήν του θεού- προστάτη της.
Ο Δαρείος στέλνει νέα επιστολή στον Αλέξανδρο. Του προσφέρει 20.000 τάλαντα, όλα τα εδάφη μέχρι τον Άλυ ποταμό, την κόρη του για σύζυγο και την φιλία του.
Ο Παρμενίων συμβουλεύει τον Βασιλιά να δεχτεί. Εκείνος απαντά, αν ήμουν Παρμενίων θα δεχόμουν, αλλά ως Αλέξανδρος αρνείται και συνεχίζει προς την Αίγυπτο.
Η Παλαιστίνη τον υποδέχεται, όμως η Γάζα μια πόλη δυνατή και πλούσια από το εμπόριο των μπαχαρικών και των αρωμάτων της Αραβίας με ισχυρή φρουρά από μισθοφόρους Άραβες αντιστέκεται.
Στην πολιορκία της που κράτησε περίπου δυο μήνες ο Αλέξανδρος τραυματίζεται σοβαρά από βέλος. Η πόλη τελικά καταλαμβάνεται και οι κάτοικοι της εξανδραποδίζονται.
Η Γάζα όπως και η Τύρος αναδιοργανώνονται ως ‘πόλεις ελληνίδες’, επανοικίζονται με πληθυσμούς από την περιοχή και γρήγορα πλουτίζουν και ευημερούν.
Μετά την κατάληψη της Συροπαλαιστίνης οι πύλες της Αιγύπτου είναι ορθάνοιχτες.
Η στρατιά φθάνει στο Πηλούσιον, όπου βρίσκεται ήδη ο στόλος. Ο Πέρσης διοικητής παραδίνεται.
Η Αίγυπτος που πριν μερικά χρόνια είχε επαναστατήσει εναντίον της Περσικής κυριαρχίας υποδέχεται τον ελευθερωτή, που διασχίζει την έρημο, περνάει την Ηλιούπολη και φτάνει στη Μέμφιδα.
Ο Αλέξανδρος δηλώνει τον σεβασμό του στους θεούς του τόπου και θυσιάζει στον ιερό ταύρο Άπι.
Οιι ιερείς τον ανακηρύσσουν νόμιμο Φαραώ της Αιγύπτου.
Ως γιος του Άμμωνος Ρα, όπως όλοι οι προκάτοχοι του, ο Aleksandaris είναι για τους Αιγύπτιους θεός ζων.