Κράτη
Η ελληνιστική μοναρχία
Πόλεμος
Διοίκηση, άτομο και κοινωνία
Οικονομία
Οι πόλεις - Δίκτυο πολιτισμού
Οργάνωση υπαίθρου
Ο άνθρωπος στο κέντρο του κόσμου
Κατάκτηση του κόσμου, κατάκτηση της γνώσης
Τέχνη : Ριζοσπαστισμός και συντήρηση
Θρησκεία και μεταφυσική
Η Ελληνιστική Οικουμένη - Ένας κόσμος χωρίς σύνορα
Η Ρώμη και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Κράτη

Κράτη

Ιούνιος του 323 π.Χ. Ο βασιλιάς είναι νεκρός! Λίγο πριν ξεψυχήσει ο Αλέξανδρος, λένε, όταν ρωτήθηκε από φίλους, σε ποιόν αφήνει τη βασιλεία, εκείνος απάντησε: ‘Στον καλύτερο˙ γιατί προβλέπω ότι οι φίλοι μου θα οργανώσουν μεγάλους επιτύμβιους αγώνες’.

Λόγια εμβληματικά για την εποχή των πολέμων που ακολούθησαν μεταξύ των διαδόχων, μια εποχή σκληρών αναμετρήσεων, ανταγωνισμών και μεταβολών, που διέσπασαν την αυτοκρατορία του Αλεξάνδρου και μέσα από αυτήν αναδύθηκαν νέα κράτη και ένας νέος κόσμος, ο ελληνιστικός.

Πρωταγωνιστές στη διαμόρφωση της νέας τάξης πραγμάτων ήταν ανώτεροι αξιωματούχοι, τόσο από την παλαιότερη γενιά του Φιλίππου Β΄, όπως ο Αντίπατρος και ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος, όσο και νέοι από τον φιλικό κύκλο του Αλέξανδρου, όπως ο Περδίκκας, ο Ευμένης, ο Λυσίμαχος, ο Σέλευκος, ο Πτολεμαίος

Ο θάνατος του Αλεξάνδρου άφησε την αχανή αυτοκρατορία χωρίς ικανό διάδοχο. Η δυναστική διαδοχή φαινόταν αδύναμη: ο Αλέξανδρος Δ’ που γεννήθηκε λίγο μετά τον θάνατο του πατέρα του και ο γιος του Φιλίππου Β΄ από την Λαρισαία Φιλίννα, ο πνευματικά ασθενής Φίλιππος Αρριδαίος, ήταν εύκολη λεία των σφετεριστών του θρόνου.

Στο όνομα της προστασίας των δύο άρχισαν να εξυφαίνονται οι πρώτες συμμαχίες και αντιπαλότητες που θα οδηγήσουν σε λίγο στους λεγόμενους πολέμους των Διαδόχων.

Το 321 π.Χ. πραγματοποιείται στην Τριπαράδεισο της Συρίας η τελευταία προσπάθεια να διατηρηθεί η ενότητα. Διάφοροι αξιωματούχοι του μακεδονικού στρατού μπαίνουν στο προσκήνιο: ο Περδίκκας επί των γενικών καθηκόντων, ο γιος του Αντίπατρου, ο Κάσσανδρος, ο Αντίγονος, ο Μονόφθαλμος, στην Φρυγία, ο Πτολεμαίος, σατράπης της Αιγύπτου, ο Σέλευκος ως επικεφαλής του βασιλικού ιππικού, ο Ευμένης στην Καππαδοκία.

Ο Περδίκκας εισβάλει στην Αίγυπτο για να ανακτήσει την σωρό του Αλέξανδρου που κυριολεκτικά έκλεψε ο Πτολεμαίος, ηττάται και σκοτώνεται.

Μετά τον θάνατο του Αντίπατρου το 319 π.Χ. η Ολυμπιάδα εκτελεί τον Φίλιππο Γ’ Αρριδαίο και την σύζυγό του Ευρυδίκη, ως οφεληθέντες από την δολοφονία του Αλέξανδρου.

Έναν χρόνο αργότερα ο Κάσσανδρος, φροντίζει να εκτελεσθεί η ίδια η Ολυμπιάδα και νυμφεύεται την Θεσσαλονίκη, την κόρη του Φιλίππου Β΄, νομιμοποιώντας έτσι τις αξιώσεις του στην διαδοχή του θρόνου. Έχοντας θέσει υπό έλεγχό του την Ρωξάνη και τον Αλέξανδρο Δ’, ο Κάσσανδρος δολοφονεί μητέρα και γιο το 309 π.Χ., πριν ο μικρός Αλέξανδρος ενηλικιωθεί και τον θάβει στις Αιγές.

Ο τελευταίος Τημενίδης είναι πια νεκρός και ο θρόνος της αυτοκρατορίας του Αλέξανδρου κενός. Ο δρόμος για τις φιλοδοξίες των επίδοξων διαδόχων είναι πια ορθάνοιχτος.

Ο θάνατος του Αντίγονου του Μονόφθαλμου το 301 π.Χ. στην μάχη της Ιψού αποτελεί ορόσημο, καθώς αυτός ήταν ο κύριος εκπρόσωπος της ιδέας της μιας και ενιαίας αυτοκρατορίας.

Στην συνέχεια οι εξελίξεις απομακρύνουν τους διαδόχους από την ιδέα της ενότητας της αυτοκρατορίας και τελικά οδηγούν στην ίδρυση των ελληνιστικών βασιλείων.

Η ίδρυση των ελληνιστικών κρατών υπήρξε το αποτέλεσμα περίπλοκων ιστορικών διεργασιών, Μία σειρά από πολέμους και πολιτικά γεγονότα, οι ντόπιες παραδόσεις και το φυσικό περιβάλλον, καθώς και οι ισχυρές προσωπικότητες των πρωταγωνιστών αποκρυστάλλωσαν, σε λιγότερο από τριάντα χρόνια μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου, τα ελληνιστικά βασίλεια και την εικόνα του νέου Κόσμου που θα έφερε για πάντα την σφραγίδα του μεγάλου στρατηλάτη.

Τα βασίλεια αυτά είναι τα εξής:

Το βασίλειο των Πτολεμαίων στο οποίο ανήκε κυρίως η Αίγυπτος με κτήσεις στο εξωτερικό, η έκταση των οποίων κυμαίνεται, την Κοίλη Συρία και την Παλαιστίνη, την Κύπρο, τη νότια ακτή της Μ. Ασίας, την Κυρήνη, αλλά και άλλες ελληνικές πόλεις, μέλη του Κοινού των Νησιωτών ως το Β. Αιγαίο.

Το βασίλειο των Σελευκιδών που είχε ως βασικά κέντρα την βόρεια Συρία, την Μεσοποταμία, την Περσία και την Κεντρική Ασία, ελέγχοντας και μεγάλο τμήμα της Μ. Ασίας, χάνοντας όμως σταδιακά τα εδάφη των απομακρυσμένων ανατολικών σατραπειών.

Το βασίλειο της Μακεδονίας, με βασιλείς τους απογόνους του ηττημένου της μάχης της Ιψού Αντίγονου Μονόφθαλμου που περιελάμβανε την Μακεδονία, την Θράκη και την Θεσσαλία, καθώς και περιοχές στη νότια Ελλάδα.

Το βασίλειο του Περγάμου με την δυναστεία των Ατταλιδών που αποσχίσθηκε από το βασίλειο των Σελευκιδών, καταλαμβάνοντας ένα μεγάλο κομμάτι της βορειοδυτικής Μ. Ασίας.

Στο πρότυπο των μεγάλων μοναρχιών δημιουργούνται μικρά ή μεγαλύτερα βασίλεια στην περιφέρεια, όπως εκείνα της Μ. Ασίας -το βασίλειο της Βιθυνίας, της Παφλαγονίας, της Καππαδοκίας και του Πόντου- ή της περιοχής των ανατολικών σατραπειών -το ελληνοβακτριανό και το ελληνοϊνδικό.

Την νέα μορφή της μοναρχίας γνώρισε και ο ελληνισμός της Δύσης, ιδίως στις Συρακούσες, όπου μετά την τυραννίδα του Διονύσου, οι μοναρχικές τάσεις ήταν ιδιαιτέρως ισχυρές. Ο Αγαθοκλής, αρχηγός των μισθοφόρων στον πόλεμο κατά των Καρχηδονίων. ανακηρύχθηκε βασλιάς στα τέλη του 4ου αι. π.Χ κατά το ελληνιστικό πρότυπο. Η συμμαχία του με τον Οφέλλα της Κυρήνης και η πολιτική του απέναντι στην Καρχηδόνα, τον έφεραν για λίγο σε άμεση σύνδεση με την πολιτική των διαδόχων.

Ο κόσμος των ελληνικών πόλεων άλλαξε και αυτός. Η αυτονομία τους εξαρτώνταν από την ισχύ τους και την επιρροή τους στους ελληνιστικούς μονάρχες, όπως λ.χ. η Μίλητος ή η Κύζικος. Μια από τις πιο ισχυρές ελληνικές πόλεις της ελληνιστικής περιόδου υπήρξε η Ρόδος χάρη στην εμπορική δραστηριότητα της, αλλά και η Δήλος που ως ιερός τόπος απόκτησε ατέλεια και κατάφερε να αναδειχτεί σε σημαντικό κέντρο του Αιγαίου.

Στην ελληνιστική εποχή το φαινόμενο της ομοσπονδιακής οργάνωσης των πόλεων -τα λεγόμενα Κοινά ή Συμπολιτείες- δημιούργησε μια νέα προοπτική, καθώς προσέφερε την ευκαιρία για την δημιουργία μιας ευρύτερης πολιτικής ενότητας. Η ενότητα αυτή ξεπερνούσε τα όρια της πόλης-κράτους, χωρίς το αντίτιμο της κυριαρχίας ή ηγεμονίας μιας άλλης πόλης, όπως συνέβαινε στο παρελθόν με τις ηγεμονικές συμμαχίες της Αθήνας ή της Σπάρτης.

Παρόμοιες ενώσεις υπήρχαν και παλαιότερα, σε περιπτώσεις όπου ένας εθνοφυλετικός ή θρησκευτικός σύνδεσμος λειτουργούσε ως αρχή πολιτικής οργάνωσης, όπως συνέβαινε με το Κοινό των Βοιωτών ή την Δελφική Αμφικτυονία

Τα Κοινά χαρακτηρίζονται από την ισοπολιτεία και την ταυτόχρονη αυτονομία των μελών της. Τα σημαντικότερα ήταν η Αχαϊκή και η Αιτωλική Συμπολιτεία. Η Αχαϊκή Συμπολιτεία ανασυστάθηκε το 280-270 π.Χ. σε εποχή κρίσιμη για το μακεδονικό κράτος Το Κοινό των Αιτωλών, που πολλές φορές είχε αγνοήσει προκλητικά την Μακεδονία, κέρδισε τεράστια φήμη το 279 π.Χ., προστατεύοντας το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς από τους Γαλάτες.

Κάποια από τα παλιότερα Κοινά εξελίχθηκαν περισσότερο κατά την ελληνιστική περίοδο, όπως το. Κοινό των Ηπειρωτών και το Κοινό των Ακαρνάνων, άλλα αποτέλεσαν νέες συνομοσπονδίες όπως το Κοινό των Μαγνήτων.

Το Κοινό των Μακεδόνων, μία πρώτη μορφή του οποίου οργανώθηκε από τους Αντιγονίδες, άκμασε στα αυτοκρατορικά χρόνια. ενώ δεν έλλειψαν και τα Κοινά που αποτέλεσαν όργανα κυριαρχίας των ελληνιστικών μοναρχών, όπως το Κοινό των Νησιωτών που συστάθηκε το 315 π.Χ. με παρακίνηση του Αντιγόνου Α΄, λόγω της εχθρότητάς του προς τον Πτολεμαίο

Γεγονός είναι πάντως ότι τα Κοινά και οι συμπολιτείες αποτέλεσαν μια ουσιαστική κίνηση για γενικότερη συνεννόηση.

ΑΡΧΗ