Αρχέλαος

Αρχέλαος

Γιος του Περδίκκα και της Σιμήχης, ο Αρχέλαος αναγορεύεται βασιλιάς το 413 π.Χ. αμέσως μετά το θάνατο του πατέρα του και βασιλεύει για 13 χρόνια. Άνθρωπος ιδιαίτερα ευφυής και διορατικός, ικανός στρατηγός και άριστος διπλωμάτης επωφελείται από την ανάπαυλα που του προσφέρει η συντριβή των Αθηναίων στη σικελική εκστρατεία και η έλλειψη ενδιαφέροντος των Λακεδαιμονίων για την περιοχή του και κατορθώνει να αναδιοργανώσει το βασίλειο του,κάνοντας το μια από τις σημαντικές δυνάμεις της εποχής.

Ο Θουκυδίδης που γνώριζε καλά την περιοχή από πρώτο χέρι λέει ότι ο Αρχέλαος «οικοδόμησε όσα οχυρά και φρούρια υπάρχουν στην χώρα, χάραξε ευθείς δρόμους και προετοίμασε το βασίλειο για πόλεμο, φροντίζοντας και για το ιππικό και για το πεζικό και για όλα τα υπόλοιπα ζητήματα, τους εξοπλισμούς και τα εφόδια, καλύτερα από ό,τι όλοι μαζί οι οκτώ προκάτοχοί του.»

Χρησιμοποιώντας έξυπνα τον ‘μακεδονικό χρυσό’, την πολύτιμη ναυπηγήσιμη ξυλεία που έδιναν άφθονη τα μακεδονικά δάση και ήταν απαραίτητη στις πόλεις του νότου για την κατασκευή των στόλων του κατάφερε όχι μόνον να πλουτίσει αλλά και να επιβληθεί στο διπλωματικό παιχνίδι, τόσο που οι Αθηναίοι, παρά τις ανεπίσημες φήμες που διέδιδαν για την δήθεν ταπεινή καταγωγή της μάνας του, επισήμως το 407 π.Χ. ανακήρυξαν αυτόν και τα παιδιά του «πρόξενους» και «ευεργέτες» και τον βοήθησαν να ανακαταλάβει το μακεδονικό λιμάνι της Πύδνας που είχε αποστατήσει.

Για να λύσει τα προβλήματα στα δυτικά και βορειοδυτικά του σύνορα ο Αρχέλαος καταφεύγει στην δοκιμασμένη μέθοδο των βασιλικών επιγαμιών. Στην αρχή της βασιλείας του ο ίδιος παντρεύεται την Κλεοπάτρα, που ήταν πιθανότατα η νεαρή χήρα του πατέρα του και μέλος της βασιλικής οικογένειας των Λυγκηστών.

Λίγο πριν το τέλος παντρεύει την κόρη του με τον βασιλιά της Ελίμειας Δέρδα για να εξασφαλίσει την συμμαχία του στην αντιμετώπιση μιας πιθανής σύμπραξης Ιλλυριών και Λυγκηστών.

Γύρω στο 400 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας αποδέχεται την έκκληση για βοήθεια των Αλευάδων, των ηγετών της Λάρισας, καταλαμβάνει την πόλη και τους την παραδίνει. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης οι Αλευάδες του απονέμουν τον τίτλο του Λαρισαίου πολίτη, και του δίνουν σαν δώρο την περιοχή της Περραιβίας, που βρισκόταν ανάμεσα στην Μακεδονία και την Θεσσαλία. Οι προσφορές των Αλευάδων συνάντησαν την αντίδραση της Σπάρτης, αλλά ο Αρχέλαος είχε πια πεθάνει.

Το κύρος και η οικονομική ευρωστία του βασιλείου αντικατοπτρίζονται στην νομισματοκοπία του Αρχέλαου. Η αξία των αργυρών νομισμάτων αυξάνει. Τα υψηλής ποιότητας ασημένια δίδραχμα προορίζονται κυρίως για να τονώσουν τις εμπορικές συναλλαγές με το εξωτερικό. Για τις συναλλαγές στο εσωτερικό ο Αρχέλαος είναι ο πρώτος βασιλιάς που έκοψε χάλκινα νομίσματα. Το κεφάλι του προπάτορα Ηρακλή γίνεται τόπος αναφοράς. Σφραγίζει τις ηγεμονικές αξιώσεις και υπόσχεται ισχύ, αλλά και προστασία για το βασίλειο των απογόνων του.

Πέρα από την πολιτική και την οικονομία, ο Αρχέλαος θέλει, ως πεφωτισμένος ηγεμόνας,να «εκσυγχρονίσει» ουσιαστικά το κράτος του, ανοίγοντας το στις καλλιτεχνικές και πνευματικές αναζητήσεις της εποχής.

Και ενώ η ζωή στην καταρρέουσα δημοκρατία της Αθήνας γινόταν όλο και πιο ανασφαλής, η αυλή των Αιγών αποδεικνύεται φιλόξενο λιμάνι για τους διανοούμενους και τους καλλιτέχνες που βρίσκουν στο πρόσωπο του Τημενίδη έναν ένθερμο Μαικήνα.

Το καινούριο ανάκτορο του Αρχέλαου στην αρχαία μακεδονική μητρόπολη θα το διακοσμήσει ο Ζεύξις από την Έφεσο, ο σπουδαιότερος ζωγράφος της εποχής.

Προσωπικότητες όπως ο επικός ποιητής Χοιρίλος, ο χορικός Τιμόθεος και ο τραγικός ποιητής Αγάθων, ο αμφιτρύωνας του Πλατωνικού Συμποσίου, θα λαμπρύνουν με την παρουσία τους την ζωή της Μακεδονικής πόλης που πρέπει να είχε ήδη θέατρο, στο οποίο οι φιλοξενούμενοι καλλιτέχνες μπορούσαν να παρουσιάζουν τα έργα τους.

Ο Μακεδόνας προσκάλεσε και τον Σωκράτη που όμως προτίμησε να πιει το κώνειο στην πατρώα γη.

Αντίθετα ο Ευριπίδης αποδέχθηκε την πρόταση και τον τίτλο του «Εταίρου» του βασιλιά και πέρασε εδώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

Ανταποδίδοντας την φιλοφρόνηση, ο ποιητής το 408 π.Χ. παρουσιάζει την τραγωδία «Αρχέλαος». Ο μύθος των Τημενιδών «διδάσκεται» στον Αθηναϊκό λαό και οι ηρωικές περιπέτειες στον μακρινό βορά του μυθικού Αρχέλαου, γιου του βασιλιά του Άργους Τήμενου, ζωντανεύουν στην σκηνή του Διονυσιακού θέατρου, όπως εκείνες των πιο διάσημων ηρώων του ελληνικού μύθου.

Κατά τον Ευριπίδη είναι ο γενάρχης Αρχέλαος που, υπακούοντας στον δελφικό χρησμό, ακολούθησε μια αίγα και έγινε ιδρυτής και οικιστής των Αιγών.

Από την δεκαετία του εξήντα επικράτησε ανάμεσα στους μελετητές η άποψη ότι ο Αρχέλαος μετέφερε την πρωτεύουσα του βασιλείου στην Πέλλα.

Αυτό ωστόσο δεν στηρίζεται ούτε από τις μαρτυρίες των γραπτών πηγών ούτε από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Αντίθετα μάλιστα, ο πάντα ακριβής Θουκυδίδης που απαριθμεί τις μεταρρυθμίσεις του Αρχέλαου δεν αναφέρει κάτι τέτοιο, ενώ η τραγωδία του Ευριπίδη «Αρχέλαος» υπογραμμίζει την σύνδεση του βασιλιά με το πατροπαράδοτο δυναστικό κέντρο των Τημενιδών,όπως άλλωστε έκανε και ο ίδιος, βάζοντας το κεφάλι της αίγας, το λαλούν σύμβολο της πόλης, σαν σήμα κατατεθέν στα νομίσματά του.

Την βασιλική αυλή επισκέφτηκε και ο γλύπτης Καλλίμαχος και μια επιγραφή από τις Αιγές που μιλά για «ναούς ευστύλους» φαίνεται ότι αναφέρει το όνομα του.

Όπως αρμόζει στους Έλληνες ευγενείς, ο Μακεδόνας βασιλιάς παίρνει μέρος στους Ολυμπιακούς, αλλά και στους Πυθικούς Αγώνες και μάλιστα το άρμα του πρωτεύει στις αρματοδρομίες με τέθριππο.

Θέλοντας να προσδώσει πανελλήνια αίγλη στο βασίλειο του, ο Αρχέλαος αναδιοργάνωσε την γιορτή που τελούνταν στο Δίον προς τιμή του Ολύμπιου Δία και των Μουσών, καθιστώντας την πόλη μεγάλο θρησκευτικό κέντρο.

Η γιορτή διαρκούσε εννέα μέρες, η κάθε μία από τις οποίες ήταν αφιερωμένη σε μία Μούσα. Δημόσιες θυσίες, μεγάλα συμπόσια, αθλητικοί,θεατρικοί και μουσικοί αγώνες ήταν τα απαραίτητα συστατικά των γιορτών που γίνονται στο εξής σημείο αναφοράς της κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής των Μακεδόνων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα χρόνια του Αρχέλαου η στλεγγίδα, η ξύστρα με την οποία οι αθλούμενοι καθάριζαν το σώμα τους από το λάδι, την σκόνη και τον ιδρώτα, θα γίνει στο εξής, μαζί με τα όπλα, το χαρακτηριστικό αξεσουάρ των ανδρών που τους ακολουθεί και στον τάφο.

Το 399 π.Χ. ο Αρχέλαος σκοτώνεται στο κυνήγι. Ατύχημα ή δολοφονία; Το ερώτημα μένει ακόμη ανοιχτό.

Βέβαιο είναι ότι στο σχετικά σύντομο διάστημα της βασιλείας του ο Μακεδόνας κατάφερε να δημιουργήσει έναν ισχυρό στρατό ικανό να υπερασπιστεί τα σύνορα του κράτους,να επεκτείνει την επιρροή του βασιλείου, και συγχρόνως να μετατρέψει την Μακεδονία σε κέντρο πολιτισμού, τόπο συνάντησης των ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης.

Μετά τον θάνατό του η εξουσία πέρασε στα χέρια του αδερφού του Αέροπου Β’ που κυβέρνησε λίγο, φρόντισε όμως να βγάλει από την μέση τον Όρέστη, τον γιο του Αρχέλαου και της Κλεοπάτρας πριν φτάσει στην εφηβεία. Μια σκοτεινή και δύσκολη περίοδος για το βασίλειο ξεκινούσε που θα διαρκούσε σχεδόν μισό αιώνα μέχρι να ανεβεί στον θρόνο ο Φίλιππος Β .

ΑΡΧΗ